Συνάδελφος Κομμωτής
Ετυμολογία στην αρχαία ελληνική <σύν+αδελφός> Βαριά λέξη, ομολογουμένως παρεξηγημένη από αυτούς που δεν την γνωρίζουν και εύκολα την χρησιμοποιούν για να εξισώσουν – επιλογές. Γιατί γράφω επιλογές και όχι…
Από Κομμωτές για Κομμωτές
Ετυμολογία στην αρχαία ελληνική <σύν+αδελφός> Βαριά λέξη, ομολογουμένως παρεξηγημένη από αυτούς που δεν την γνωρίζουν και εύκολα την χρησιμοποιούν για να εξισώσουν – επιλογές. Γιατί γράφω επιλογές και όχι…
Σε εσένα συνάδελφε... Που κάθε μέρα ξυπνάς χαρούμενος για να δημιουργήσεις. Που παρά τις δυσκολίες δεν χάνεις την πίστη σου. Που έχεις στερηθεί την οικογένεια σου για να ομορφαίνεις τον…
Αυτή είναι η Ρίτσα Η Ρίτσα έχει το δικό της κομμωτήριο άλλα δεν έχει δουλειά! Ξεκίνησε με ένα με πολύ αγάπη μεγάλο όραμα και όρεξη για δουλειά με σκοπό να…